Σήμερα κανείς πηγαίνει στον ειδικό Ψυχικής Υγείας, είτε αυτός είναι ψυχίατρος, είτε ψυχολόγος, διότι βιώνει ένα ψυχολογικό αδιέξοδο, αρκετά βασανιστικό, που τον εμποδίζει να λειτουργήσει σαν άνθρωπος.
Πολλές φορές συνυπάρχουν και σωματικά συμπτώματα, για τα οποία γιατροί των διαφόρων ειδικοτήτων δεν γνωματεύουν κάτι το παθολογικό.
Σ΄αυτό το σημείο καλείται ο ειδικός να ακούσει με μεγάλη προσοχή τον πάσχοντα, σχετικά με τι τον ταλαιπωρεί. Ένα καλό ιστορικό νόσου είναι αναγκαίο, καθώς αναγκαία κρίνεται η εγκατάσταση της θεραπευτικής σχέσης, που στην συνέχεια θα λειτουργήσει λυτρωτικά για τον ίδιο τον ασθενή.
Η σωστή διάγνωση είναι ότι πιο σημαντικό που πρέπει να γίνει, πριν προχωρήσει κανείς σε οποιοδήποτε είδος θεραπευτικής παρέμβασης. Διότι εάν αυτό δεν γίνει, υπάρχει ο κίνδυνος χορήγησης λανθασμένης φαρμακευτικής αγωγής, από τον ψυχίατρο με ότι αρνητικές συνέπειες αυτό συνεπάγεται. Ο δε ψυχολόγος τουλάχιστον θα πρέπει να είναι σε θέση να διαγνώσει ποιος χρειάζεται ψυχιατρικής υποστήριξης και ποιος όχι, και να μην διστάσει να τον παραπέμψει.
Υπάρχουν ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις που είναι αρκετή μονάχα η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση. Άλλες πάλι στις οποίες η ψυχοφαρμακευτική κάλυψη είναι αρκετή από μόνη της. Πολύ συχνά όμως εκτός από την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή είναι αναγκαία και η κατάλληλη ψυχοθεραπευτική υποστήριξη.
Σ΄αυτές τις περιπτώσεις, η ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ των ειδικών, για το μέγιστο όφελος του πάσχοντα, κρίνεται αναγκαία. Αυτό προϋποθέτει την αμοιβαία αναγνώριση σε σχέση με το ήθος και το κύρος μεταξύ των ειδικών, καθώς και για την αμοιβαία εκτίμηση σχετικά με την επαγγελματική τους επάρκεια και εμπειρία.