Ως ενσυναίσθηση ορίζεται η συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου ατόμου, καθώς και η κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του. (Wikipedia) Στα Αγγλικά λέγεται empathy και δεν έχει καμία σχέση με την «εμπάθεια» η οποία έχει να κάνει με μία αρνητική, προκατειλημμένη και εχθρική στάση προς τον άλλο.
Υπάρχουν δύο είδη ενσυναίσθησης:
- Η γνωστική ενσυναίσθηση που είναι η ικανότητα να γνωρίζει κανείς τι αισθάνονται οι άλλοι.
- Η συναισθηματική ενσυναίσθηση που είναι η ικανότητα να συναισθάνεται κανείς αυτά που αισθάνονται οι άλλοι.
Ανάλογα με το είδος της ενσυναίσθησης, είναι διαφορετικές οι περιοχές του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται.
Οι ψυχοπαθητικές προσωπικότητες και οι νάρκισσοι, έχουν πλήρη επίγνωση στο τι νιώθει ο άλλος, αλλά δεν αισθάνονται κανένα συναίσθημα, η συμπόνια στον πόνο του άλλου. Συνήθως έχουν αυξημένο δείκτη νοημοσύνης I.Q., αλλά δεν έχουν αναστολές από ηθικές αξίες και προβληματισμούς.
Η ενσυναίσθηση διαμορφώνεται βάση πολυάριθμων παραγόντων όπως η ανατροφή κατά την παιδική ηλικία, η οικονομική κατάσταση του ατόμου κ.α.
Η ενσυναίσθηση δεν πρέπει να συγχέεται με την αγάπη προς τον πλησίον, όπου αντιδρούμε προς τον άλλο με μία χωρίς όριο στοργή και δοτικότητα.
Αυτός που συναισθάνεται τον άλλο στον πόνο του, βιώνει παρόμοιο συναίσθημα, ενώ στην αγάπη τον στηρίζει έχοντας πάντα ένα θετικό συναίσθημα. Στην αγάπη η συμπεριφορά είναι κυρίως ανιδιοτελής και δοτική παρά η ταύτιση με το συναίσθημα του άλλου.
Η ενσυναίσθηση χρειάζεται προσοχή σε κάποια κοινωνικά επαγγέλματα όπως του ιατρού, του ψυχολόγου, διότι μπορεί να προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα σε αυτόν που την δέχεται. Σε αντίθεση, με την απόμακρη συναισθηματικά αλλά καλοπροαίρετη δοτικότητα, που εμπεριέχει μια ξεκάθαρα θετική στάση.
Είναι γνωστό ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν εγωισμό, άλλος σε μεγαλύτερο βαθμό και άλλος σε μικρότερο. Είναι σε συνάρτηση με τον χαρακτήρα που έχει διαμορφώσει κανείς μεγαλώνοντας, καθώς και με τα βιώματά του. Όσο μεγαλύτερη αγάπη έχει εισπράξει κανείς, τόσο πιο δοτικός σε συναισθήματα γίνεται.
Συχνά η ενσυναίσθηση θεωρείται το αντίθετο μιας εγωκεντρικής συμπεριφοράς. Δεν είναι όμως έτσι διότι αυτά το δύο συνυπάρχουν. Αναφερόμενοι στις κοινωνικές μας δεξιότητες ως μέλη μιας κοινωνίας, συνήθως εννοούμε την συμπόνια και την ενεργό συμμετοχή μας στα κοινά.
Ταυτόχρονα όμως μπορεί να έχει αναπτυχθεί η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε τις προθέσεις των άλλων. Να τους ελέγχουμε με δεξιοτεχνία, με στόχο να τους χρησιμοποιούμε για τους δικούς μας σκοπούς η ακόμη και να τους εξαπατήσουμε.
Η ενσυναίσθηση έχει αξία όταν υπάρχει με μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη μας με ποιόν την βιώνουμε, αλλά κυρίως σε ποιόν να μην την χρησιμοποιούμε. Επειδή δεν τίθεται θέμα σωστής χρήσης της η όχι, καλό είναι να έχουμε σαφή επίγνωση για ποιόν σκοπό την χρησιμοποιούμε.
Η ικανότητα να μπαίνουμε στην θέση του άλλου έχει μεγάλη ισχύ στην σκέψη και στις πράξεις μας. Η συναισθηματική κατάσταση που οι άλλοι προκαλούν σε εμάς και εμείς στους άλλους, βοηθά τουλάχιστον διαισθητικά να κατανοήσουμε κατά πόσο είναι ηθικά σωστό αυτό που κάνουμε.
Πολλές φορές έχουμε μεγάλες προσδοκίες προς αυτούς που συναισθανόμαστε και εάν δεν ανταποκρίνονται τους αμφισβητούμε.
Έτσι η ενσυναίσθηση, αφενός μας βοηθά στο να βοηθήσουμε τον συνάνθρωπό μας σε μία δύσκολη στιγμή του, με την ουσιαστική συμπαράστασή μας. Αφετέρου όμως μας βοηθά στο να επιβάλουμε με έξυπνο και κοινωνικά αποδεκτό τρόπο, τα δικά μας συμφέροντα καθ’ ότι ο άλλος αισθάνεται υποχρεωμένος απέναντί μας. Αυτά συμβαίνουν πιο πολύ διαισθητικά δίχως την ανάλογη συνειδητότητα.
Η ενσυναίσθηση είναι μια διαδικασία που μας εμπλουτίζει συναισθηματικά και ενισχύει την αντίληψή μας, καθότι παρακολουθούμε από κοντά τα συναισθήματα και τις πεποιθήσεις του άλλου. Ταυτόχρονα ενισχύει το συναίσθημα που μας παρακινεί να πλησιάσουμε τους άλλους μέσα από την ανθρωπιά μας και μας κάνει να νιώθουμε πιο ηθικοί.
Σπύρος Μεταξάς Ψυχίατρος – Ψυχοθεραπευτής